Το θέμα των συμβασιούχων στο Δημόσιο, στους Δήμους και στα ΝΠΔΔ,  εξακολουθεί να αποτελεί 1η είδηση, μετά από δεκαετίες ταλαιπωρίας κι εργασιακής ομηρίας χιλιάδων ανθρώπων.

Το γραφείο μας, είναι από τα πρώτα που έχει ασχοληθεί με τη συγκεκριμένη διεκδίκηση κι έχουμε παρακολουθήσει τη Νομολογία των Δικαστηρίων επί του θέματος, διαχρονικά από το έτος 1988 μέχρι και σήμερα καθώς και τα νομοθετικά «φρεναρίσματα», όπως αυτό της τροποποίησης του Συντάγματος το έτος 2001 περί της απαγόρευσης της μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου στο Δημόσιο.

Παρότι πιστεύουμε ακράδαντα ότι η συνταγματική αυτή απαγόρευση δεν καλύπτει τις περιπτώσεις συμβασιούχων που η απασχόλησή τους υποκρύπτει εξ υπαρχής μία ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η πλειοψηφία των Δικαστηρίων ενστερνίζεται τη σχετική απαγορευτική διάταξη, χωρίς να εξετάζει την ουσιαστική αλήθεια, ήτοι την καταχρηστικότητα των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου για την κάλυψη των παγίων αναγκών.

Επί του θέματος, δεν μπορούμε να μη σχολιάσουμε ότι αντιμετωπίζουμε το παράδοξο φαινόμενο, αφενός να έχει θεσμοθετηθεί νομοθετικά αναστολή προσλήψεων στο Δημόσιο από το έτος 2006, αφετέρου να απασχολούνται κατά καιρούς, χιλιάδες εργαζόμενοι για την κάλυψη παγίων και διαρκών αναγκών των Υπηρεσιών του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ (όπως ενδεικτικά είναι η καθαριότητα), υπό το πρόσχημα και το μανδύα των έκτακτων αναγκών και με αλληλοδιαδόχως ανανεούμενες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου.

Ακόμη και οι εργαζόμενοι με συμβάσεις COVID που καλύπτουν πράγματι, πάγιες ανάγκες των Φορέων όπου απασχολούνται, τα τελευταία δύο έτη, γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, διαπραγμάτευσης και «συναλλαγής» για τη διατήρηση της θέσεως της εργασίας τους. Με την τελευταία ανακοίνωση της κυβέρνησης για την παράταση των συμβάσεων «Covid», τίθεται σοβαρό ζήτημα για το εργασιακό μέλλον χιλιάδων συμβασιούχων σε δήμους όλης της χώρας, των οποίων οι συμβάσεις λήγουν πλέον οριστικά στις 31 Μαΐου 2022, χωρίς προοπτική περαιτέρω νομοθετικής ανανέωσης

Πρόσφατα, σημαντική θετική εξέλιξη αποτέλεσε η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (υπόθεση C-760/18/ 11ης/2/2021), σύμφωνα με την κρίση του οποίου, παρά την συνταγματική απαγόρευση του άρθρου 103 του Συντάγματος, όταν έχει πραγματοποιηθεί καταχρηστική χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (συμπεριλαμβανομένων των αυτοδίκαιων παρατάσεων βάσει νομοθετικών ρυθμίσεων), το Δικαστήριο, είναι υποχρεωμένο να εφαρμόσει προγενέστερες διατάξεις που επιτρέπουν την μετατροπή.

Υπό το ανωτέρω πρίσμα, κάποιες ομάδες συμβασιούχων που έχουν αναθέσει στο γραφείο μας τη σχετική δικαστική διεκδίκηση, δικαιώνονται με ασφαλιστικά μέτρα και διατηρούν προσωρινά τις θέσεις εργασίας τους εφόσον οι συμβάσεις τους είναι ακόμη ενεργείς κατά τη συζήτηση της προσωρινής διαταγής.

Βάσει των παραπάνω ισχύοντων νομοθετικών δεδομένων, η δικαστική οδός αποτελεί μέσο προστασίας των εργαζομένων απέναντι στην καταχρηστική αυτή πρακτική και η δικαστική απόφαση αποτελεί μονόδρομο ώστε να συσταθούν προσωποπαγείς θέσεις στο Δημόσιο, μέσω της αναγνώρισης ότι οι αλλεπάλληλες και διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου συνιστούν μια ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.

 

Ευμορφία Μ. Ρήγα

Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω